Η δημιουργία εκπαιδευτικών συστημάτων τα οποία μεγιστοποιούν τη μαθησιακή πρόοδο των μαθητών στο σύνολο τους (ποιότητα) και ταυτόχρονα παρέχουν ίσες εκπαιδευτικές ευκαιρίες (ισότητα) αποτελεί πάγιο αίτημα στο χώρο της εκπαίδευσης και της εκπαιδευτικής πολιτικής διεθνώς. Παρόμοιες απόψεις υποστηρίζονται από την Επιτροπή για την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου. Παρά τη μεγάλη σημασία, όμως, που αποδίδεται στον τομέα της παροχής ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών, δεν έχει διεξαχθεί καμία έρευνα για τον εντοπισμό παραγόντων που καθορίζουν την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού έργου σε σχέση με την ισότητα. Αντίθετα, οι πλείστες έρευνες επικεντρώνονται στη διερεύνηση των παραγόντων που οδηγούν σε βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου χωρίς να εξετάζουν τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην προώθηση της ποιότητας και της ισότητας. Συνεπώς, τόσο η ερευνητική κοινότητα, όσο και οι υπεύθυνοι για τη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής δεν έχουν ξεκάθαρη εικόνα για τους αποτελεσματικούς τρόπους προώθησης της ισότητας.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω σημεία, η παρούσα έρευνα επιδιώκει να:

α) Διερευνήσει τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στις δύο διαστάσεις της αποτελεσματικότητας και να εντοπίσει χαρακτηριστικά της διδασκαλίας και του τρόπου λειτουργίας του σχολείου που προωθούν την επίτευξη τόσο της ποιότητας όσο και της ισότητας.

β) Αναπτύξει και εγκυροποιήσει στρατηγικές βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των σχολείων σε σχέση με την παροχή ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών που να προκύπτουν από θεωρητικό μοντέλο ερμηνείας της αποτελεσματικότητας και ταυτόχρονα να υποστηρίζονται από εμπειρικά δεδομένα.

γ) Διατυπώσει εισηγήσεις για τη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής σε σχέση με την παροχή ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών τόσο σε επίπεδο σχολικής μονάδας όσο και σε επίπεδο εκπαιδευτικού συστήματος.

Ως προς τη μεθοδολογία που θα χρησιμοποιηθεί στην έρευνα, αρχικά θα διεξαχθεί δευτερογενής ανάλυση διαχρονικών ερευνών ώστε να εντοπιστούν παράγοντες που σχετίζονται με την παροχή ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών σε επίπεδο εκπαιδευτικού και σχολείου. Αυτό θα συμβάλει στη διεύρυνση του Δυναμικού Μοντέλου Εκπαιδευτικής Αποτελεσματικότητας (ΔΜΕΑ) το οποίο θα αποτελέσει το θεωρητικό πλαίσιο για την ανάπτυξη παρεμβατικού προγράμματος που αποσκοπεί σε βελτίωση της σχολικής αποτελεσματικότητας ως προς τη διάσταση της ισότητας. Η αξιολόγηση του παρεμβατικού προγράμματος θα γίνει με τη χρήση πειραματικής έρευνας. Τα σχολεία της πειραματικής ομάδας θα εφαρμόσουν το παρεμβατικό πρόγραμμα καταρτίζοντας σχέδια δράσης τα οποία θα αναφέρονται στους παράγοντες που βρέθηκαν να σχετίζονται με την παροχή ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών. Στα σχολεία της ομάδας ελέγχου θα γίνει ενημέρωση για τον καταρτισμό σχεδίων δράσης και θα αφεθούν ελεύθερα να καθορίσουν το περιεχόμενο της δράσης τους στοχεύοντας στην παροχή ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών. Με τη βοήθεια προσθετικών μορφών αξιολόγησης θα εντοπισθεί η συμβολή του παρεμβατικού προγράμματος, στη βελτίωση της σχολικής αποτελεσματικότητας. Τέλος, θα διατυπωθούν εισηγήσεις για ανάπτυξη εκπαιδευτικής πολιτικής.